Αλλεργία στο γάλα αγελάδος

Γράφει ο Σταυρούλα Ψώνη

Διαβάστηκε 13,347 φορές

Σε τι οφείλεται η αλλεργία στο Γάλα Αγελάδας?

Η αλλεργία στο γάλα αγελάδας (ΓΑ), καθώς και όλες οι διαταραχές τροφικής αλλεργίας /υπερευαισθησίας, αποτελούν ανοσολογικά μεσολαβούμενες αντιδράσεις σε τροφικές πρωτεΐνες, εν προκειμένου στις πρωτεΐνες του γάλακτος. Η διεργασία μέσω της οποίας μία τροφή γίνεται αλλεργιογονική δεν είναι πλήρως κατανοητή. Θεωρείται ότι η διαταραχή της φυσιολογικής ανοχής στις τροφικές πρωτεΐνες κατέχει σημαντικό ρόλο. Σε γενετικά  προδιατεθειμένα άτομα, μία σειρά αμινοξέων της πρωτεΐνης (ένα κομμάτι δηλαδή της πρωτεΐνης που καλείται επίτοπος) προκαλεί την παραγωγή ειδικών αντισωμάτων (IgE) εναντίον του συγκεκριμένου επιτόπου κατά την πρώτη επαφή με το ανοσοποιητικό σύστημα (ευαισθητοποίηση), ενώ σε επόμενη επαφή μπορεί να προκληθεί αλλεργική αντίδραση. Οι παράγοντες που ευνοούν την ανάπτυξη τροφικής αλλεργίας είναι γενετικοί και περιβαλλοντικοί, όπως το είδος της τροφής, η ηλικία, η οδός χορήγησης, η ακεραιότητα του εντερικού φραγμού, κα.

Όσον αφορά στο γάλα, το πρωτεϊνικό του κλάσμα αποτελείται από τις καζεΐνες (80% των πρωτεϊνών) και τις πρωτεΐνες του ορού που βρίσκονται σε μικρότερο ποσοστό (20%), κύριο κλάσμα των οποίων είναι οι β-λακτοσφαιρίνες. Να σημειωθεί ότι η β-λακτοσφαιρίνη δεν υπάρχει στο μητρικό γάλα. Κάθε πρωτεΐνη του γάλακτος (ακόμα και όσες βρίσκονται σε μικρή συγκέντρωση) είναι δυνητικά αλλεργιογόνες. Οι βιομηχανικές συνθήκες επεξεργασίας του γάλακτος (παστερίωση, ομογενοποίηση) επηρεάζουν ελάχιστα ή καθόλου την αλλεργιογονικότητα  τους.

Κλινικές εκδηλώσεις της αλλεργίας στο γάλα αγελάδας (ΓΑ)

Η αλλεργία στο ΓΑ είναι η συχνότερη τροφική αλλεργία στα παιδιά. Εμφανίζεται κατά κανόνα στη βρεφική ηλικία και υποχωρεί σταδιακά κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Ανάλογα με το χρόνο έναρξης των κλινικών εκδηλώσεων,  περιγράφονται δύο κυρίως τύποι αλλεργίας στις πρωτεΐνες του ΓΑ: η άμεση (αναφυλαξία, αγγειοίδημα, κνίδωση, έμετοι) και η επιβραδυνόμενη (αλλεργική πρωκτοκολίτιδα, ηωσινοφιλική γαστρεντεροπάθεια). Υπάρχουν ακόμη οντότητες με αδιευκρίνιστο μηχανισμό καθώς και σπανιότερες κλινικές εκδηλώσεις (νόσος από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση, κωλικοί, σύνδρομο Heiner, κλπ) στις οποίες φαίνεται να ευθύνεται η αλλεργία στις πρωτεΐνες του ΓΑ.

Κυρίως θα αναφερθούμε στις άμεσου τύπου αντιδράσεις στο ΓΑ, το φάσμα των κλινικών εκδηλώσεων της οποίας αναγράφεται στον παρακάτω πίνακα

 

Κλινικές εκδηλώσεις άμεσου τύπου στο Γάλα Αγελάδας

Δέρμα

Στοματοφαρυγγικό σύνδρομο (oral allergy syndrome) – σπάνιο σε βρέφη και παιδιά

Κνίδωση, Αγγειοοίδημα

Αναφυλαξία

Flushing

Κνίδωση εξ επαφής (συχνό σε παιδιά με ατοπική δερματίτιδα)

Γαστρεντερικό

Έμετος (στα πλαίσια αναφυλαξίας ή ως μόνη εκδήλωση)

Διάρροια (στα πλαίσια αναφυλαξίας ή ως μόνη εκδήλωση)

Αναπνευστικό

Ρινίτιδα (στα πλαίσια αναφυλαξίας αλλά και σπάνια ως μόνη εκδήλωση)

Άσθμα (στα πλαίσια αναφυλαξίας αλλά και σπάνια ως μόνη εκδήλωση)

 

Πως γίνεται η διάγνωση της αλλεργίας στο γάλα αγελάδας?

Κάθε περίπτωση ανεπιθύμητης αντίδρασης σε τροφή, όπως και στο γάλα αγελάδας, θα πρέπει να διαγιγνώσκεται και να αντιμετωπίζεται περαιτέρω από ειδικό και κατάλληλα για το σκοπό αυτό εκπαιδευμένο γιατρό.

Η λήψη λεπτομερούς ιστορικού είναι βασικής σημασίας. Καταγράφονται η ατοπία στο ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, η παρουσία γαστρεντερικών, δερματικών και αναπνευστικών συμπτωμάτων, το λεπτομερές διαιτολογικό ιστορικό και τα σωματομετρικά στοιχεία του παιδιού.

Για τη διάγνωση της αλλεργίας στο ΓΑ με ιστορικό άμεσου τύπου αντίδρασης, η ευαισθητοποίηση αξιολογείται με την ανίχνευση των ειδικών IgE, στις πρωτεΐνες του γάλακτος, στον ορό αίματος και το δέρμα (με δερματικές δοκιμασίες νυγμού), η αρνητική προγνωστική σημασία των οποίων είναι υψηλή (>95%). Επιπρόσθετα η παρακολούθηση τους αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη στην παρακολούθηση ανάπτυξης ανοχής για ασφαλέστερες αποφάσεις που αφορούν στην επανα-εισαγωγή του ΓΑ. Τα τελευταία χρόνια με τη βοήθεια της ειδικής στοιχειακής διάγνωσης δίνεται η δυνατότητα ακριβέστερης διάγνωσης αλλά και εξατομικευμένης πρόγνωσης ή /και χειρισμού. Καθοριστικής σημασίας για τη διάγνωση της τροφικής αλλεργίας είναι η ειδική τροφική πρόκληση στο γάλα που γίνεται σε κατάλληλα για το σκοπό αυτό εξοπλισμένο χώρο και έμπειρο προσωπικό.

 

Αρχές αντιμετώπισης της αλλεργίας στο Γάλα Αγελάδας

Η βασική αρχή αντιμετώπισης της αλλεργίας στο ΓΑ, είναι ο διαιτητικός αποκλεισμός του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (ακόμη και σε ίχνη). Σε περίπτωση που πρόκειται για θηλάζον βρέφος συστήνεται ανεπιφύλακτα συνέχιση του θηλασμού, ενώ ο αποκλεισμός γαλακτοκομικών από το διαιτολόγιο της μητέρας προτείνεται ανάλογα με τη βαρύτητα και εμμονή της κλινικής εικόνας του βρέφους. Αποθαρρύνεται η άσκοπη διακοπή του μητρικού θηλασμού ειδικά έχοντας υπ όψιν τη γνώση ότι, το μητρικό γάλα είναι η ιδανική διατροφή για το βρέφος είναι καταγεγραμμένη ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα. Το μητρικό γάλα είναι αναντικατάστατο διότι η σύστασή του ποικίλει ανάλογα με την ωριμότητα κατά τη γέννηση, το ρυθμό αύξησης, τη διάρκεια θηλασμού και κυρίως την ανάγκη προστασίας του οργανισμού από τις λοιμώξεις του περιβάλλοντος στο οποίο αναπτύσσεται.

Σε περίπτωση μη θηλάζοντος βρέφους συστήνεται η χορήγηση κατάλληλης υποαλλεργιογονικής φόρμουλας. Τα υποαλλεργιογονικά σκευάσματα είναι είτε παρασκευάσματα αμινοξέων (στοιχειακά) οπότε είναι μη αλλεργιογόνα, είτε γάλατα υψηλής υδρόλυσης που προκύπτουν μετά από ενζυμική διάσπαση της πρωτεΐνης του ΓΑ και περαιτέρω επεξεργασία με θέρμανση ή υπερδιήθηση. Τα γάλατα υψηλής υδρόλυσης γίνονται ανεκτά από το 90% των παιδιών με αλλεργία στο ΓΑ και μόνο αφ’ όσον δε γίνονται ανεκτά συστήνεται στοιχειακό γάλα.

Τα γάλατα τα οποία έχουν υποστεί μερική υδρόλυση (partially hydrolyzed formula-HA), περιέχουν μεγαλύτερο ποσοστό άθικτης πρωτεΐνης και ολιγοπεπτίδια μεγαλύτερου μοριακού βάρους από αυτά της υψηλής υδρόλυσης. Συνιστώνται επίσημα μόνο για την πρόληψη της αλλεργίας σε παιδιά υψηλού κινδύνου (πχ: θετικό ιστορικό αλλεργίας στο γάλα αγελάδας σε αδελφό).

Τονίζεται, ότι υπάρχει σημαντικού βαθμού ομοιότητα των πρωτεϊνών του γάλακτος αγελάδας με το γάλα κατσίκας (~88%), προβάτου (91%) και βουβάλας (96%), ενώ κλινικά σημαντικά μικρότερη ομολογία έχει με το γάλα γαϊδάρου και καμήλας. Για το λόγο αυτό δε συστήνεται η κατανάλωση γάλακτος κατσίκας από παιδιά με αλλεργία στο ΓΑ.

Γραπτό πλάνο οδηγιών και εκπαίδευση των γονέων (σήμανση των διαφορετικών τρόπων του γάλακτος στα εμπορικά  προϊόντα και έγκυρη αναγνώριση πρώιμων σημείων αλλεργικής αντίδρασης μετά από τυχαία λήψη), είναι επιβεβλημένα.

Όσον αφορά στη φαρμακευτική αγωγή δίδονται οδηγίες αντιμετώπισης σε τυχαία λήψη ΓΑ (πχ: αντισταμινικό σε εμφάνιση κνίδωσης). Κρίνεται απαραίτητη η συνταγογράφηση αυτοενιέμενης ή ενέσιμης αδρεναλίνη (ανάλογα με το βάρος του παιδιού) σε περίπτωση που η πρώτη αντίδραση ήταν αναφυλακτική και εν συνεχεία η χορήγηση από τους γονείς αντισταμινικού και κορτιζόνης από του στόματος (set αντιμετώπισης αναφυλακτικής αντίδρασης).

Σημαντική τέλος, είναι η επιλογή της κατάλληλης χρονικής στιγμής για την επαναεισαγωγή του ΓΑ, για την απόφαση της οποίας συνεκτιμώνται η κλινική εικόνα του παιδιού, ο προσδιορισμός των ειδικών IgE στον ορό (ποσοτικός προσδιορισμός, μεταβολή από την προηγούμενη μέτρηση) και το δέρμα (μέγεθος πομφού) και φυσικά η από του στόματος πρόκληση με την τροφή, για την παρακολούθηση ανάπτυξης κλινικής ανοχής. Η επανεκτίμηση του παιδιού, κλινική και εργαστηριακή, γίνεται περίπου κάθε 6 μήνες, σύμφωνα με τις οδηγίες του ειδικού γιατρού.

Η αλλεργία στο γάλα αγελάδας (ΓΑ), καθώς και όλες οι διαταραχές τροφικής αλλεργίας /υπερευαισθησίας, αποτελούν ανοσολογικά μεσολαβούμενες αντιδράσεις σε τροφικές πρωτεΐνες, εν προκειμένου στις πρωτεΐνες του γάλακτος…

δημοφιλη αρθρα

ειδατε προσφατα