Ευαισθητοποίηση παιδιών και εφήβων με στόχο την πρόληψη του καπνίσματος. Υγεία και ποιότητα Ζωής , Αθήνα, Εκδ. Σίρρις, 1993, 63-67.
WHO Regional Office for Europe :The European Tobacco Control Report , 2007.
WHO Protection from exposure to second-hand tobacco smoke Policy Recommendations.
WHO Report on the Global Tobacco Epidemic 2011
WHO Framework Convention on Tobacco Control Guidelines for implementation.
Tsangari, A. Symeou, M. Karekla, M. Perdikogianni, M. Constantinou H., “The habit of smoking amongst teenagers and young adults in Cyprus”,2006.
Στρατηγικό Σχέδιο για τον Έλεγχο του Καπνίσματος στην Κύπρο Cyprus International Institute for the Environment and Public Health in Association with Harvard School of Public Health.
Το κάπνισμα είναι μια επιβλαβής συνήθεια για την υγεία του ανθρώπου, η οποία είναι δυστυχώς παγκοσμίως διαδεδομένη. Παρόλο την εξάπλωσή της όμως, έχει πλέον μελετημένη διαδρομή ευτυχώς ως συνήθεια σχετικά με τους παράγοντες προδιάθεσης και εγκατάστασή της.
Αντίθετα πολλοί γονείς πιστεύουν ότι οι έφηβοι ξεκινούν το κάπνισμα στην εφηβεία διότι επηρεάζονται από τους συνομήλικους τους που καπνίζουν. Προσπαθώντας λοιπόν να τους αποτρέψουν από την επιβλαβή αυτή συνήθεια, παρεμβαίνουν στις φιλικές και μη σχέσεις των παιδιών τους με σκοπό να τους απομακρύνουν από τα ‘κακά’ παιδιά που καπνίζουν. Το αποτέλεσμα φυσικά και δεν είναι πάντα το επιθυμητό.
Σύμφωνα με τα ερευνητικά δεδομένα υπάρχουν τέσσερα κρίσιμα στάδια μέσα από τα οποία το κάπνισμα εξελίσσεται σε αναπόσπαστο κομμάτι της συμπεριφοράς του ατόμου-καπνιστή.
1) το στάδιο της προετοιμασίας (από την παιδική ηλικία έως τα 11 χρόνια),
2) τη μύηση και τον πειραματισμό (γύρω στα 11 με 12 χρόνια),
3) το πέρασμα από την περιστασιακή στη συστηματική χρήση (γύρω στα 14 με 15 χρόνια) και
4) τελική φάση, της συστηματικής χρήσης και της εξάρτησης (μετά τα 15 χρόνια).
Σε κάθε ένα από τα παραπάνω στάδια, το κάπνισμα συνδέεται με διαφορετικές ψυχικές διεργασίες και καλύπτει ξεχωριστές ανάγκες του παιδιού-εφήβου.
Στο πρώτο στάδιο, τα παιδιά από την προσχολική ηλικία παρατηρούν τους γονείς, τους φίλους των γονιών τους και τα άτομα του οικογενειακού τους περιβάλλοντος και παρατηρούν τρόπους και συνήθειες. Εάν αυτά τα οικεία τους πρόσωπα καπνίζουν, το κάπνισμα αναδεικνύεται σε ένα φυσιολογικό κομμάτι της οικογενειακής ζωής. Συνδέεται συνήθως με τη χαλάρωση, τα γεύματα και τις συζητήσεις με φίλους. Ειδικότερα, το άναμμα ενός τσιγάρου ταυτίζεται με το διάλειμμα από κοπιαστική εργασία “ας καπνίσω ένα τσιγάρο και συνεχίζω”, προσδιορίζει χρονική διάρκεια “μόλις τελειώσω το τσιγάρο, φεύγουμε” και με πάμπολλες άλλες δραστηριότητες της καθημερινής ζωής. Εάν ταυτόχρονα η πατρική και γενικότερα η αγκαλιά των γονιών συνδεθεί με την μυρωδιά του τσιγάρου, το κάπνισμα συνδέεται άρρηκτα με τις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας.
Στο δεύτερο στάδιο μύησης και προβληματισμού, το παιδί έχει γίνει πλέον έφηβος. Μαθητές πρώτης γυμνασίου δοκιμάζουν το κάπνισμα, γύρω στα 11 με 12 χρόνια. Προμηθεύονται συνήθως το πρώτο τους τσιγάρο από γονείς ή συγγενείς. Αλλά, ακόμα και αν κανείς δεν καπνίζει στο σπίτι, ο έφηβος θα μπει κάποια στιγμή στον πειρασμό να δοκιμάσει μια συνήθεια που είναι ενταγμένη στην έμμεση τουλάχιστον καθημερινότητα του (υπάρχουν καπνιστές στην παρέα του, στα πάρτυ ή στα σπίτια φίλων).
Το τρίτο στάδιο είναι αυτό της φάσης του “καπνίζω περιστασιακά και κάποιες φορές συστηματικά’” Η συνήθεια δεν έχει ακόμα συστηματοποιηθεί. Οι έφηβοι βρίσκονται στη μέση της εφηβείας τους. Έρευνες καταγράφουν ότι σε αυτό το στάδιο υπάρχει αυξημένη επιθυμία του εφήβου να απαλλαγεί από αυτή τη συνήθεια. Αν αυτή η επιθυμία του δεν αξιοποιηθεί, ο έφηβος έχει μεγάλες πιθανότητες να εξελιχθεί σε συστηματικό πλέον καπνιστή.
Και εδώ χρειάζεται να αναλυθεί λίγο περισσότερο ο ρόλος του γονέα και ιδίως του πατέρα. Καταρχήν οι καπνιστές στο περιβάλλον του παιδιού έχουν δράσει ως πρότυπα, τα οποία θα καθορίσουν την έκταση και την ένταση της αρχικής εμπειρίας (για παράδειγμα δοκιμάζω να καπνίσω μαζί με τους φίλους μου). Ελάχιστοι γονείς έχουν επίγνωση της επιρροής της δικής τους συμπεριφοράς στις συνήθειες των παιδιών τους. Αγνοούν επίσης ότι το παράδειγμα του πατέρα καπνιστή διαφέρει από αυτό της μητέρας. Του πατέρα είναι εκείνο που θέτει τους κανόνες της καπνιστικής συμπεριφοράς διότι η αντίληψη της κοινωνικής αποδοχής καθορίζεται από τις συνήθειες του πατέρα. Η νομιμοποίηση του καπνίσματος από τα ανδρικά κυρίως πρότυπα ήταν φανερή στις απαντήσεις των ελλήνων εφήβων και ειδικά των κοριτσιών που λένε ότι θα ήθελαν να καπνίζουν στο μέλλον μαζί με το σύζυγο τους ή μόνο εάν καπνίζει ο σύζυγος.
Συμπληρωματικά, όταν στην οικογένεια δεν υπάρχει κανένα μήνυμα προβληματισμού ή δυσαρέσκειας για την συνήθεια του καπνίσματος, είναι φυσιολογικό τα παιδιά να αντιλαμβάνονται το κάπνισμα ως προνόμιο συνυφασμένο με την ενηλικίωση. Υπάρχει βέβαια και η αντίληψη ότι με το να αποτρέψουμε τα παιδιά από το κάπνισμα είναι σαν να τα ωθούμε να καπνίζουν ακόμη περισσότερο και συχνότερα αλλά τα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν το αντίθετο. Η συχνότητα του καπνίσματος αυξάνεται όταν οι γονείς είναι επιτρεπτικοί ως προς αυτήν την συνήθεια.
Στην εφηβεία, οι έφηβοι έχουν σαν πρότυπα τους συνομηλίκους. Η μεγιστοποίηση της επίδραση της ομάδας συνομηλίκων εντοπίζεται στη μέση της εφηβείας, γύρω στα 14 με 15 χρόνια. Σε αυτήν την ηλικία, αυξάνεται ο αριθμός των εφήβων που καπνίζουν. Όμως η επιρροή της οικογένειας ξεκινά πολύ νωρίτερα και επομένως θέτει τα θεμέλια πάνω στα οποία ευδοκιμούν οι μετέπειτα προτρεπτικές επιδράσεις “καπνίζουν όλοι οι συνομήλικοι μου” από όπου και αν προέρχονται.
Στα μάτια του παιδιού, ο καπνιστής είναι ένας άνθρωπος ώριμος, με μια δουλειά που του δημιουργεί σκοτούρες, με γενικότερα αρκετές συναισθηματικά δύσκολες στιγμές αλλά παρόλα αυτά “ξεφεύγει” καπνίζοντας. Το παιδί ως έφηβος θα αντιμετωπίσει δυσκολίες στις σχέσεις του με σημαντικούς ενήλικους, θα εμπλακεί σε μια διαδικασία αναζήτησης της προσωπικής του αξίας. Αν δεν υπάρχουν άλλα ψυχικά στηρίγματα (θετικό οικογενειακό περιβάλλον) και υγιεινά πρότυπα συμπεριφοράς θα αναζητήσει πρόσκαιρη και αβέβαιη ικανοποίηση στο κάπνισμα. Αναζητώντας την αποδοχή από τους γύρω του, ανάβοντας ένα τσιγάρο, είναι σίγουρος ότι στα μάτια των γύρω του θα δείχνει ώριμος, με σκοτούρες στις σχέσεις του με τους γονείς, τα μαθήματα κλπ αλλά τα αντιμετωπίζει ως ενήλικας. Δυστυχώς η αίσθηση αυτής της αποδοχής δεν αποκτάται από την εμπειρία του ίδιου του εφήβου, δεν είναι εσωτερική κατάκτηση αλλά μια πρόσκαιρη ψευδαίσθηση, η οποία μάλιστα για κανένα λόγο δεν έχει φέρει βελτίωση της αυτοεκτίμησής του εφήβου.
Καταλήγοντας καλό θα ήταν ο γονέας-καπνιστής να κατανοήσει ότι χτίζει άθελά του ένα λανθασμένο πρότυπο ώριμου ενήλικα με ισχυρές επιδράσεις στο ίδιο του το παιδί. Έτσι θα μπορούσε να παραδεχτεί και να επισημάνει ότι το κάπνισμα είναι μια βλαβερή συνήθεια, η οποία φέρνει πρόσκαιρη ικανοποίηση αλλά δημιουργεί πολύ περισσότερα προβλήματα.
Αν μάλιστα ο ίδιος ο πατέρας μπορούσε να παραδεχτεί ότι το κάπνισμα εκτός από την έντονη μυρωδιά στην αναπνοή, έχει σαν αποτέλεσμα την εύκολη κούραση στο περπάτημα, στη διασκέδαση και προσπαθούσε να το αντικαταστήσει με κάποιο άθλημα , το κάπνισμα ως το στερεότυπο μιας εύκολης και άμεσης διαθέσιμης διεξόδου για τον έφηβο θα κατάρρεε.
Το κάπνισμα είναι μια επιβλαβής συνήθεια για την υγεία του ανθρώπου, η οποία είναι δυστυχώς παγκοσμίως διαδεδομένη. Παρόλο την εξάπλωσή της όμως, έχει πλέον μελετημένη διαδρομή ευτυχώς ως συνήθεια σχετικά με τους παράγοντες προδιάθεσης και εγκατάστασή της.